The Handmaid‘s Tale: ένα δυστοπικό σενάριο της αμερικανικής κοινωνίας του «αύριο»!
Όχι του πολύ μακρινού αύριο, όχι πολύ «φανταστικό», αφού οι αποφάσεις του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου (SCOTUS = Supreme Court Of The United States) και η «Τραμπική μετάλλαξη» του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (GOP = Great Old Party), αλλά και η «ιδεολογία» της «υπεροχής των λευκών» – του «χριστιανικού» φονταμενταλισμού των φανατικών ρωμαιοκαθολικών και των ευαγγελικών προτεσταντών (WASP = White Anglo-Saxon Protestants) – της ένοπλης παρακρατικής δεξιάς κλπ, εκεί οδηγούν δυστυχώς! ΣΕ ΜΙΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΤΑΛΙΜΠΑΝ ΣΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ!
Το τραγικό είναι ότι η αμορφωσιά, η μιζέρια και η απαξίωση του πληθυσμού σε αγροτικές – ορεινές περιοχές, η μακρόχρονη αδιαφορία του κατεστημένου (που κυβερνά επί δεκαετίες την «υπερδύναμη») για τα λαϊκά στρώματα – τη μόρφωση – την υγεία τους και τη ζωή τους, η παρακμή των αρχών του διαφωτισμού που σφράγισαν την ίδρυση του αμερικανικού έθνους – το αμερικανικό Σύνταγμα και τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας, οδήγησαν σε ένα διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας, σχεδόν 50% – 50%, που ταλαντεύεται στα όρια ενός νέου εμφύλιου πολέμου!
Η βασική αρχή του αμερικανικού Συντάγματος για την ελευθερία από κρατική θρησκεία ή θεοκρατία, έχει υπονομευτεί από την ασύδοτη δράση εκατοντάδων προπαγανδιστών (preachers = ιεροκήρυκες) διάφορων θρησκευτικών δογμάτων και «θεωριών συνομωσίας», που αξιοποιήθηκαν συστηματικά επί δεκαετίες από ακροδεξιούς και υπερσυντηρητικούς θεσμούς (π.χ. GOP) και οργανώσεις (π.χ. NRA = National Rifle Association), που κορυφώθηκε με την αχαλίνωτη αντιδημοκρατική προπαγάνδα του Ντόναλντ Τράμπ, αρχικά ως ασύδοτου επιχειρηματία και στη συνέχεια υποψήφιου Προέδρου και εκλεγμένου Προέδρου των ΗΠΑ για μια εφιαλτική θητεία.
(ακολουθεί απόσπασμα από την Wikipedia για το Handmaid‘s Tale, βιβλίο της Margaret Atwood )
«Σε έναν κόσμο όπου τα ποσοστά γονιμότητας έχουν καταρρεύσει, ως αποτέλεσμα των σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών και της περιβαλλοντικής ρύπανσης, η ολοκληρωτική, θεονομική κυβέρνηση της Gilead καθιερώνει την κυριαρχία στις πρώην Ηνωμένες Πολιτείες μετά από έναν εμφύλιο πόλεμο. Η κοινωνία οργανώνεται από διψασμένους για εξουσία ηγέτες μαζί με ένα νέο, στρατιωτικοποιημένο, ιεραρχικό καθεστώς θρησκευτικού φανατισμού και νεοσύστατες κοινωνικές τάξεις, στις οποίες οι γυναίκες υποτάσσονται βάναυσα. Σύμφωνα με το νόμο, οι γυναίκες στη Gilead αναγκάζονται να εργάζονται σε πολύ περιορισμένους ρόλους, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων ως σκλάβων γέννησης παιδιών, και δεν τους επιτρέπεται να κατέχουν περιουσία, να κάνουν καριέρα, να χειρίζονται χρήματα ή να διαβάζουν.
Η παγκόσμια υπογονιμότητα οδήγησε στην υποδούλωση των γόνιμων γυναικών στη Gilead, οι οποίες προσδιορίστηκαν από το νέο καθεστώς ως ξεπεσμένες γυναίκες, επικαλούμενο μια εξτρεμιστική ερμηνεία της βιβλικής αφήγησης της Bilhah. σε αυτές τις γυναίκες περιλαμβάνονται συχνά όσες έχουν συνάψει πολλαπλούς γάμους (που ονομάζονται «μοιχαλίδες», καθώς το διαζύγιο δεν αναγνωρίζεται σύμφωνα με τη νομοθεσία της Gilead), ανύπαντρες ή ανύπαντρες μητέρες, λεσβίες (οι ομοφυλόφιλοι αποκαλούνται «προδότες του φύλου»), μη χριστιανοί, πιστοί χριστιανικών δογμάτων – εκτός από τους «Γιούς του Ιακώβ», πολιτικούς αντιφρονούντες και ακαδημαϊκούς. Αυτές οι γυναίκες, που ονομάζονται Handmaids (Υπηρέτριες), τοποθετούνται στα σπίτια της άρχουσας ελίτ, όπου υποβάλλονται σε τελετουργικό βιασμό (αναφέρεται ως «η τελετή») από τους άνδρες αφέντες τους (Commanders , «Διοικητές») παρουσία των συζύγων τους, για να γονιμοποιηθούν και γεννούν γι’ αυτούς παιδιά. Στις υπηρέτριες δίνονται ονόματα που δημιουργούνται με την προσθήκη του προθέματος Of- (Του-) στο μικρό όνομα του άνδρα που τις κατέχει. Όταν μεταφέρονται σε άλλον αφέντη, αλλάζουν τα ονόματά τους ανάλογα με τον νέο αφέντη.
Μαζί με τις Handmaids, μεγάλο μέρος της κοινωνίας ομαδοποιείται πλέον σε τάξεις, οι οποίες υπαγορεύουν τις ελευθερίες και τα καθήκοντά τους. Οι γυναίκες χωρίζονται σε ένα μικρό φάσμα κοινωνικών κατηγοριών, καθεμία από τις οποίες υποδηλώνεται από ένα απλό φόρεμα σε ένα συγκεκριμένο χρώμα. Οι υπηρέτριες φορούν μακριά κόκκινα φορέματα, βαριές καφέ μπότες και λευκές «καλύπτρες κεφαλής», με ένα μεγαλύτερο λευκό κάλυμμα (γνωστό ως “φτερά”) όταν κυκλοφορούν έξω, κρύβοντάς τες από τη δημόσια θέα και περιορίζοντας την όρασή τους» (κάτι ανάλογο με την μπούρκα των Ταλιμπάν).
(Τα 9 Μέλη του SCOTUS)
- Τζον Ρόμπερτς, ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Διορίστηκε από τον Ρεπουμπλικάνο Τζορτζ Μπους το 2005 )
- Σάμιουελ Αλίτο, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Διορίστηκε από τον Ρεπουμπλικάνο Τζορτζ Μπους το 2006)
- Κλάρενς Τόμας, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Ο Πρόεδρος Μπους τον όρισε ως αναπληρωτή δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου και πήρε τη θέση του στις 23 Οκτωβρίου 1991)
- Μπρετ Κάβανο, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τον πρότεινε ως Αναπληρωτή Δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου και πήρε τη θέση του στις 6 Οκτωβρίου 2018)
- Νιλ Γκόρσατς, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τον πρότεινε ως αναπληρωτή δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου και πήρε τη θέση του στις 10 Απριλίου 2017)
- Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ την υπέδειξε ως αναπληρωτή δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου και πήρε τη θέση της στις 27 Οκτωβρίου 2020)
- Στίβεν Μπρέγιερ, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Ο Πρόεδρος Κλίντον τον όρισε ως αναπληρωτή δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου και πήρε τη θέση του στις 3 Αυγούστου 1994)
- Σόνια Σοτομαγιόρ, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (Ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα την υπέδειξε ως αναπληρωτή δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου στις 26 Μαΐου 2009 και ανέλαβε αυτόν τον ρόλο στις 8 Αυγούστου 2009)
- Έλενα Κάγκαν, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (O Πρόεδρος Ομπάμα την υπέδειξε ως Αναπληρωτή Δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου στις 10 Μαΐου 2010. Έλαβε τη θέση της στις 7 Αυγούστου 2010)
Μετάφραση κειμένου – επιμέλεια άρθρου: Κώστας Α. Μαρκάκης