Αρχική » Περιβάλλον-Φύση » The Guardian: Έρευνα 2024 για το Κλίμα – Απόψεις κορυφαίων επιστημόνων

The Guardian: Έρευνα 2024 για το Κλίμα – Απόψεις κορυφαίων επιστημόνων

Είναι τρομοκρατημένοι, αλλά αποφασισμένοι να συνεχίσουν να αγωνίζονται

από KostasMarkakis

Μετά από όλες τις πλημμύρες, τις πυρκαγιές και τις ξηρασίες των τελευταίων τριών ετών παγκοσμίως, που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, και μετά τη μανία των τυφώνων σε πολλές χώρες, κάποιοι σκέφτηκαν ότι οι κυβερνήσεις ήταν έτοιμες να ακούσουν την επιστήμη και να ενεργήσουν προς το συμφέρον των ανθρώπων.
Όμως, αναμένεται ότι ο κόσμος θα θερμανθεί από καταστροφική αύξηση 3ο C σε αυτόν τον αιώνα, ξεπερνώντας τον διεθνώς συμφωνημένο στόχο του 1,5ο C και προκαλώντας τεράστια ταλαιπωρία σε δισεκατομμύρια ανθρώπους. Και αυτή είναι η αισιόδοξη άποψη. Δεν υπάρχει κανένα σαφές σημάδι από οποιαδήποτε κυβέρνηση ότι θα παραμείνουμε κάτω από τον 1,5ο C.
Το 77% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι παγκόσμιες θερμοκρασίες θα φτάσουν τουλάχιστον τους 2,5ο C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Το 42% πιστεύουν ότι θα είναι πάνω από 3ο C. Μόνο 6% πιστεύει ότι θα επιτευχθεί το όριο του 1,5ο C.
Στη χερσόνησο Yucatán του Μεξικού, το περασμένο καλοκαίρι σημειώθηκε μέγιστη θερμοκρασία 47ο C, ενώ ακόμη και τη νύχτα ήταν 38ο C, η οποία είναι υψηλότερη από τη θερμοκρασία του σώματός μας, το οποίο δεν έχει πλέον δυνατότητα να ανακάμψει. Δεν υπάρχει ασφαλές μέρος για κανέναν.
Η κλιματική κρίση προκαλεί ήδη βαθιά ζημιά, καθώς η μέση παγκόσμια θερμοκρασία έχει φτάσει περίπου 1,2ο C πάνω από τον προβιομηχανικό μέσο όρο τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Οι επιστήμονες συνεχίζουν όμως να ερευνούν, ώστε οι ισχυροί δεν θα μπορούν να πουν ότι δεν ήξεραν. Μπορούν να πουν ότι δεν νοιάζονται, αλλά δεν θα μπορούν να πουν ότι δεν ήξεραν.
Από ειδικούς στην ατμόσφαιρα και τους ωκεανούς, την ενέργεια και τη γεωργία, την οικονομία και την πολιτική, η διάθεση σχεδόν όλων εκείνων που απάντησαν στον Guardian ήταν ζοφερή. Ζωγράφισαν ένα μέλλον οδυνηρό: λιμοί, μαζική μετανάστευση, συγκρούσεις. «Το βρίσκω εξοργιστικό, οδυνηρό, συντριπτικό», δήλωσε ένας ειδικός. «Είμαι ανακουφισμένος που δεν έχω παιδιά, γνωρίζοντας τι μου επιφυλάσσει το μέλλον», είπε ένας άλλος.
Αλλά η κλίμακα των μελλοντικών επιπτώσεων θα εξαρτηθεί από το τι συμβαίνει – ή όχι – στην πολιτική, τη χρηματοδότηση, την τεχνολογία και την παγκόσμια κοινωνία και πώς ανταποκρίνεται το κλίμα και τα οικοσυστήματα της Γης.
Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) έχει συγκαλέσει χιλιάδες εμπειρογνώμονες σε όλους αυτούς τους τομείς για να εκπονήσουν τις πιο έγκυρες διαθέσιμες εκθέσεις, οι οποίες εγκρίνονται από όλες τις κυβερνήσεις. Ιδρύθηκε το 1988 από τα Ηνωμένα Έθνη. Καθήκον της IPCC ήταν να εκπονήσει μια ολοκληρωμένη επανεξέταση και συστάσεις, κάτι που έχει κάνει έως τώρα έξι φορές μέσα σε 35 χρόνια. Από την άποψη της κλίμακας και της σημασίας τους, μπορεί να είναι το πιο σημαντικό επιστημονικό εγχείρημα στην ανθρώπινη ιστορία.
Οι εμπειρογνώμονες της IPCC είναι οι πιο ενημερωμένοι άνθρωποι στον πλανήτη για το κλίμα. Έτσι, ο Guardian επικοινώνησε με κάθε διαθέσιμο κύριο συντάκτη ή συντάκτη κριτικών όλων των εκθέσεων της IPCC από το 2018. Σχεδόν οι μισοί απάντησαν – 380 από τους 843, ένα πολύ υψηλό ποσοστό απόκρισης.
Οι εκτιμήσεις τους για αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας ήταν έντονες. Αναμένεται αύξηση 3ο C.
Τα συντριπτικά συναισθήματά τους ήταν φόβος και απογοήτευση. «Περιμένω ένα ημι-δυστοπικό μέλλον, με ουσιαστικό πόνο και δυστυχία για τους ανθρώπους του παγκόσμιου νότου», δήλωσε Νοτιοαφρικανός επιστήμονας. «Η αντίδραση του κόσμου μέχρι σήμερα είναι κατακριτέα – ζούμε σε μια εποχή ανόητων».
Πώς αντιμετωπίζουν λοιπόν οι επιστήμονες το έργο τους που αγνοείται για δεκαετίες και ζουν σε έναν κόσμο που τα ευρήματά τους δείχνουν ότι βρίσκεται σε μια «λεωφόρο προς την κόλαση»;
Η μεγάλη διαφορά (με την πιο πρόσφατη έκθεση της IPCC) είναι πλέον ότι οι επιστήμονες είναι απίστευτα απογοητευμένοι. Είναι άνθρωποι που ζουν σε αυτή τη Γη, που βιώνουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, που έχουν παιδιά και ανησυχίες για το μέλλον. «Συντάξαμε αυτή την πραγματικά καλή έκθεση σύμφωνα την επιστήμη μας», δηλώνουν, «αλλά πάλι δεν υπήρξε ανταπόκριση από την πολιτική. Είναι πολύ δύσκολο να το βλέπεις αυτό, κάθε φορά».
Στην κλιματική κρίση, ακόμη και κλάσματα ενός βαθμού έχουν σημασία: κάθε επιπλέον δέκατο σημαίνει 140 εκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους που υποφέρουν σε επικίνδυνη ζέστη. Ο στόχος του 1,5ο C επιβλήθηκε μέσω διεθνών διαπραγματεύσεων από μια συμμαχία ευάλωτων μικρών νησιωτικών κρατών. Είδαν τον προηγούμενο στόχο των 2ο C ως καταδίκη των εθνών τους στον αφανισμό από την άνοδο στάθμης των ωκεανών και τις καταιγίδες.
Ο στόχος του 1,5ο C υιοθετήθηκε στη σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα στο Παρίσι το 2015, με τη συμφωνία να θεωρείται τότε θρίαμβος. Γρήγορα όμως υποβαθμίστηκε ως στόχος ελαχιστοποίησης των κλιματικών ζημιών, ενώ στη συνέχεια παραβιάστηκε για πολλά χρόνια, όχι μόνο για ένα έτος.

Guardian Graphic: Daily Temperature Anomalies

Η κλιματική έκτακτη ανάγκη είναι ήδη εδώ. Μόλις 1ο C προκάλεσε ακραία καιρικά φαινόμενα στον πλανήτη, προκαλώντας καύσωνες από τις ΗΠΑ έως την Ευρώπη και την Κίνα, πράγμα που διαφορετικά θα ήταν αδύνατο. Εκατομμύρια άνθρωποι είναι πολύ πιθανό να έχουν ήδη πεθάνει πρόωρα. Με 2ο C, το βίαιο κύμα καύσωνα που έπληξε τον βορειοδυτικό Ειρηνικό της Αμερικής το 2021 θα είναι τώρα 100-200 φορές πιθανότερο.
Αλλά ένας κόσμος θερμότερος κατά 2,5ο C, 3ο C ή χειρότερα, όπως αναμένουν οι περισσότεροι ειδικοί, οδηγεί σε πραγματικά αχαρτογράφητα εδάφη. Στην περίπλοκα συνδεδεμένη παγκόσμια κοινωνία μας, ο αντίκτυπος των κλιματικών σοκ σε ένα μέρος μπορεί να εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο, μέσω αιχμών στις τιμές τροφίμων, από τις σπασμένες αλυσίδες εφοδιασμού και λόγω της μαζικής μετανάστευσης.
Μια μελέτη που εξέτασε τον αντίκτυπο αύξησης κατά 2,7ο C που είναι ο μέσος όρος απαντήσεων στην έρευνα του Guardian, βρήκε 2 δισεκατομμύρια ανθρώπους να ωθούνται έξω από την «κλιματική θέση» της ανθρωπότητας, δηλαδή έξω από τις καλοήθεις συνθήκες στις οποίες προέκυψε ο ανθρώπινος πολιτισμός τα τελευταία 10.000 χρόνια.
Η τελευταία αξιολόγηση της IPCC αφιερώνει εκατοντάδες σελίδες στις κλιματικές επιπτώσεις, με μη αναστρέψιμες απώλειες στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου, τετραπλασιασμό των ζημιών από πλημμύρες και δισεκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους που εκτίθενται στον δάγκειο πυρετό. Με παγκόσμια θέρμανση κατά 3ο C, πόλεις όπως η Σαγκάη, το Ρίο ντε Τζανέιρο, το Μαϊάμι και η Χάγη καταλήγουν κάτω από τη στάθμη της θάλασσας.

Είναι η μεγαλύτερη απειλή που έχει αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα, με τη δυνατότητα να καταστρέψει τον κοινωνικό ιστό και τον τρόπο ζωής μας. Έχει τη δυνατότητα να σκοτώσει εκατομμύρια, αν όχι δισεκατομμύρια, μέσω της πείνας, του πολέμου για τους πόρους, και του εκτοπισμού. Κανείς από εμάς δεν θα μείνει ανεπηρέαστος από την καταστροφή.
Το κόστος της προστασίας των ανθρώπων και της ανάκαμψης από τις κλιματικές καταστροφές θα είναι τεράστιο, με ακόμη περισσότερες διαφωνίες και καθυστερήσεις σχετικά με το ποιος πληρώνει τους λογαριασμούς. Πολλοί ειδικοί ανησυχούν για την παραγωγή τροφίμων, αφού μόλις αρχίσαμε να βλέπουμε τις επιπτώσεις. Μια άλλη σοβαρή ανησυχία ήταν τα σημεία καμπής του κλίματος, όπου μια μικρή αύξηση της θερμοκρασίας οδηγεί κρίσιμα μέρη του κλιματικού συστήματος σε κατάρρευση, όπως το στρώμα πάγου της Γροιλανδίας, το τροπικό δάσος του Αμαζονίου και βασικά ρεύματα του Ατλαντικού.

Μπροστά λοιπόν σε έναν τέτοιο κολοσσιαίο κίνδυνο, γιατί η αντίδραση του κόσμου είναι τόσο αργή και ανεπαρκής; Οι εμπειρογνώμονες της IPCC επεσήμαναν συντριπτικά ένα εμπόδιο: την έλλειψη πολιτικής βούλησης. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων ανέφεραν αυτόν τον παράγοντα, με το 60% να κατηγορεί επίσης τα κατεστημένα εταιρικά συμφέροντα. Η κλιματική αλλαγή είναι υπαρξιακή απειλή για την ανθρωπότητα. Η έλλειψη πολιτικής βούλησης και η ύπαρξη κατεστημένων εταιρικών συμφερόντων μας εμποδίζουν να την αντιμετωπίσουμε. Η βραχυπρόθεσμη σκέψη από κυβερνήσεις και επιχειρήσεις αποτελεί σημαντικό εμπόδιο. Η δράση για το κλίμα χρειάζεται δεκαετή σχεδιασμό, σε αντίθεση με τους εκλογικούς κύκλους λίγων μόνο ετών. Η αιχμαλωσία των πολιτικών και των μέσων ενημέρωσης από εξαιρετικά πλούσιες εταιρείες ορυκτών καυσίμων και πετροκράτη, των οποίων το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και ο άνθρακας είναι η βασική αιτία της κλιματικής κρίσης, αναφέρθηκε συχνά ως αιτία, αφού «τα οικονομικά συμφέροντα των εθνών συχνά υπερισχύουν».
Ο σιωπηρός υπολογισμός των υπευθύνων λήψης αποφάσεων, ιδιαίτερα στην αγγλόσφαιρα – ΗΠΑ, Καναδάς, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστραλία – αλλά και η Ρωσία και μεγάλοι παραγωγοί ορυκτών καυσίμων στη Μέση Ανατολή, μας οδηγεί σε έναν κόσμο στον οποίο οι ευάλωτοι θα υποφέρουν, ενώ οι εύποροι θα ελπίζουν να παραμείνουν ασφαλείς, ακόμη και με μια πιθανή κατακλυσμική αύξηση 3,5ο C. Οι πλούσιες χώρες έχουν καλύψει όλο τον προϋπολογισμό άνθρακα, αφήνοντας πολύ λίγα για τον υπόλοιπο κόσμο.
Ο παγκόσμιος βορράς έχει τεράστια υποχρέωση να διορθώσει ένα πρόβλημα που δημιούργησε ο ίδιος, μειώνοντας τις εκπομπές του και παρέχοντας χρηματοδότηση για το κλίμα στον υπόλοιπο κόσμο. Π.χ. η ινδική κυβέρνηση έβαλε πρόσφατα ένα τίμημα σε αυτό: τουλάχιστον 1 τρις. δολάρια ετησίως.
Η υπερκατανάλωση στις πλούσιες χώρες αναφέρθηκε επίσης ως εμπόδιο. «Αισθάνομαι παραιτημένος από την καταστροφή, καθώς δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε την αγάπη μας για το μεγαλύτερο, το καλύτερο, το γρηγορότερο, το περισσότερο, από αυτό που θα βοηθήσει τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων να επιβιώσει και να ευδοκιμήσει», δήλωσε ένας Αμερικανός επιστήμονας. «Ο καπιταλισμός μας έχει εκπαιδεύσει καλά».

Ερωτηθείς ποια ατομική δράση θα ήταν αποτελεσματική, κάποιος είπε: η «Πολιτική ανυπακοή». «Αγωνιστείτε για έναν δικαιότερο κόσμο», ήταν το απλό μήνυμα που αντικατοπτρίζει τις σκέψεις πολλών, οι οποίοι είπαν ότι το τεράστιο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών του κόσμου ήταν ένα τεράστιο εμπόδιο στη δράση για το κλίμα, απηχώντας το χάσμα μεταξύ εκείνων που ευθύνονται για τις περισσότερες εκπομπές και εκείνων που υποφέρουν περισσότερο από τις επιπτώσεις. Ότι η παγκόσμια αλληλεγγύη θα μπορούσε να ξεπεράσει οποιαδήποτε περιβαλλοντική κρίση, αλλά οι τρέχουσες αυξανόμενες ανισότητες είναι το νούμερο ένα εμπόδιο σε αυτό.
Η παραπληροφόρηση ήταν μια σημαντική ανησυχία για επιστήμονες από τη Βραζιλία έως την Ουκρανία. Αυτό πολώνει την κοινωνία, επιδεινώνει την κακή κατανόηση του κοινού για τον κλιματικό κίνδυνο και τυφλώνει τους ανθρώπους μπροστά στο γεγονός ότι σχεδόν όλες οι κλιματικές λύσεις που απαιτούνται ήταν διαθέσιμες. Το μέγεθος του προβλήματος δεν είναι καλά κατανοητό. Επομένως θα υπάρξουν περιβαλλοντικοί πρόσφυγες κατά εκατομμύρια, ακραία καιρικά φαινόμενα που κλιμακώνονται, ελλείψεις τροφίμων και νερού, πριν η πλειοψηφία αποδεχθεί την επείγουσα ανάγκη μείωσης των εκπομπών – οπότε θα είναι πολύ αργά.

Ένας κόσμος κλιματικού χάους θα απαιτούσε πολύ μεγαλύτερη εστίαση στην προστασία των ανθρώπων από αναπόφευκτες επιπτώσεις, λένε πολλοί επιστήμονες, αλλά και πάλι η πολιτική στέκεται εμπόδιο. Πολλά τρισεκατομμύρια δολάρια ρευστοποιήθηκαν για χρήση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ωστόσο φαίνεται ότι δεν υπάρχει αρκετή πολιτική βούληση να δεσμευτούν αρκετά δισεκατομμύρια δολάρια για τη χρηματοδότηση της προσαρμογής. Πρέπει να ανησυχούμε για το μέλλον που κληρονομούν τα παιδιά μας.
Γιατί λοιπόν κάποιοι επιστήμονες είναι αισιόδοξοι; Ένας λόγος είναι η ταχεία ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών, από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, λόγω της ταχείας πτώσης των τιμών και των πολλαπλών συναφών οφελών που αποφέρουν, όπως ο καθαρότερος αέρας.
Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι η ταχέως αυξανόμενη ανάγκη προστασίας κοινοτήτων από αναπόφευκτα κύματα καύσωνα, πλημμύρες και ξηρασίες θα μπορούσε να έχει μια θετική πλευρά, ότι «ανοίγει συναρπαστικές δυνατότητες: με το να πρέπει να ζήσουμε με την κλιματική αλλαγή, μπορούμε να προσαρμοστούμε με τρόπους που μας φέρνουν σε έναν πιο περιεκτικό και δίκαιο τρόπο ζωής».
Ένας τέτοιος κόσμος θα έβλεπε την προσαρμογή να συμβαδίζει με τη μείωση της φτώχειας και της ευπάθειας, παρέχοντας καλύτερη στέγαση, καθαρό και αξιόπιστο νερό και ηλεκτρικό ρεύμα, καλύτερη διατροφή, πιο βιώσιμη γεωργία και λιγότερη ατμοσφαιρική ρύπανση.
Υπήρξαν και αισιόδοξες εκτιμήσεις, όπως: «τα καλά νέα είναι ότι το χειρότερο σενάριο μπορεί να αποφευχθεί», ότι «έχουμε ακόμα δυνατότητα να οικοδομήσουμε ένα μέλλον που θα είναι πιο ήπιο κλιματικά από αυτό στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα», ή ότι «υπάρχουν κοινωνικά σημεία καμπής, όπου μικρές αλλαγές στην κοινωνία πυροδοτούν μεγάλης κλίμακας δράση για το κλίμα».
Αλλά και ότι «οι κοινωνίες μας θα αναγκαστούν να αλλάξουν και ο πόνος και η ζημιά στις ζωές και τα μέσα διαβίωσης θα είναι σοβαρά».
Κατάληξη του άρθρου ήταν η δήλωση: «Πραγματικά δεν ξέρω τι πρέπει να συμβεί για τους ανθρώπους που έχουν όλη τη δύναμη και όλα τα χρήματα για να κάνουν την αλλαγή. Αλλά μετά βλέπω τις νεότερες γενιές να πολεμούν και παίρνω ξανά λίγη ελπίδα».

https://www.theguardian.com/environment/ng-interactive/2024/may/08/hopeless-and-broken-why-the-worlds-top-climate-scientists-are-in-despair,    Damian Carrington, Environment editor, Wed 8 May 2024

Επιλογή αποσπασμάτων, μετάφραση και επιμέλεια: Κώστας Α. Μαρκάκης, 12 Μαΐου 2024

Τα ανωτέρω αποσπάσματα έχουν επιλεγεί από τις απαντήσεις των εξής επιστημόνων:
• Ruth Cerezo-Mota, μοντελοποίηση του κλίματος, Εθνικό Αυτόνομο Πανεπιστήμιο του Μεξικού
• Lisa Schipper, Πανεπιστήμιο της Βόννης Γερμανίας
• Camille Parmesan, Κέντρο Οικολογίας του CNRS στη Γαλλία
• Joeri Rogelj, Imperial College του Λονδίνου στο Ενωμένο Βασίλειο
• Henri Waisman, ινστιτούτο ερευνών πολιτικής IDDRI στη Γαλλία
• Jonathan Cullen, Πανεπιστήμιο του Cambridge
• Lars Nilsson, Πανεπιστήμιο υου Lund
• James Renwick, Πανεπιστήμιο Victoria του Wellington Νέας Ζηλανδίας
• Tim Benton, του thinktank Chatham House
• Wolfgang Cramer, στο Μεσογειακό Ινστιτούτο Βιοποικιλότητας και Οικολογίας
• Lorraine Whitmarsh, Πανεπιστήμιο του Bath στο Ηνωμένο Βασίλειο
• Louis Verchot, στο Διεθνές Κέντρο Τροπικής Γεωργίας στην Κολομβία
• Dipak Dasgupta, οικονομολόγος και πρώην κυβερνητικός σύμβουλος στην Ινδία
• Shobha Maharaj, στο San Fernando, Τρινιντάντ
• Lincoln Alves, Εθνικό Ινστιτούτο Διαστημικής Έρευνας της Βραζιλίας
• Stephen Humphreys, London School of Economics στο Ηνωμένο Βασίλειο
• Ralph Sims, Πανεπιστήμιο Massey στη Νέα Ζηλανδία
• Esteban Jobbágy, Πανεπιστήμιο του San Luis στην Αργεντινή
• Aditi Mukherji, της ερευνητικής ομάδας CGIAR
• Michael Meredith, της Βρετανικής Ανταρκτικής Έρευνας
• Maisa Rojas, επιστήμονας της IPCC και υπουργός περιβάλλοντος της Χιλής
• Aïda Diongue-Niang, αντιπρόεδρος της IPCC, μετεωρολόγος από τη Σενεγάλη
• Mark Pelling, στο University College του Λονδίνου
• Elena López-Gunn, στην ερευνητική εταιρεία Icatalist στην Ισπανία

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Θα υποθέσουμε ότι είστε εντάξει με αυτό, αλλά μπορείτε να εξαιρεθείτε εάν το επιθυμείτε. Αποδοχή Περισσότερα